Πρόληψη

Το 80% των καρδιαγγειακών παθήσεων θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί: αυτό είναι το συμπέρασμα Ελλήνων καρδιολόγων, οι οποίοι εμφανίζονται ιδιαίτερα ανήσυχοι καθώς διαπιστώνουν πως η καρδιά προδίδει ολοένα και περισσότερους ανθρώπους ακόμη και νεαρής ηλικίας.

Αρκεί κανείς να αναλογιστεί πως σύμφωνα με διεθνείς μελέτες η στεφανιαία νόσος που αποτελεί τη κορωνίδα των καρδιαγγειακών παθήσεων αποτελεί τη πιο συχνή αιτία θανάτων στις αναπτυγμένες χώρες. Εξ’ αυτών δύο στους τρεις θανάτους είναι αιφνίδιοι και συμβαίνουν εκτός νοσοκομείου.

Παρόλο όμως, που οι πολίτες γνωρίζουν πως και η καρδιά τους χρειάζεται φροντίδα, οι περισσότεροι αρνούνται να «ακούσουν» τις ανάγκες της, λαμβάνοντας μέτρα προφύλαξης και κάνοντας διαγνωστικά τεστ. Έτσι, πολλοί είναι αυτοί που πάσχουν από στεφανιαία νόσο αλλά δεν το γνωρίζουν. Όμως, η συγκεκριμένη νόσος της καρδιάς εξασθενεί σιγά-σιγά το μυοκάρδιο με αποτέλεσμα να οδηγεί συχνά ακόμη και σε καρδιακή ανεπάρκεια.

Σημαντικοί παράγοντες που προκαλούν σοβαρά νοσήματα αποτελούν:

  • Το κάπνισμα
  • Ο διαβήτης
  • Οι διαταραχές ορισμένων λιπιδίων, όπως η αύξηση της «κακής» χοληστερόλης LDL ή η μείωση της «καλής» χοληστερόλης HDL
  • Η υπέρταση
  • Η καθιστική ζωή
  • Η παχυσαρκία
  • Το stress
  • Διατροφικοί παράγοντες, όπως η μικρή κατανάλωση φρούτων-λαχανικών, η πλούσια κατανάλωση λιπαρών, η πλήρης αποφυγή του αλκοόλ ή η κατάχρηση αλκοόλ, η μη κατανάλωση ψαριών πλούσιων σε ω3 λιπαρά οξέα
  • Η αύξηση των επιπέδων ορισμένων δεικτών φλεγμονής (π.χ. crp, μυελουπεροξειδάση, ιντερλευκίνη 6)
  • Η αυξημένη ομοκυστείνη
  • Η ύπαρξη μεταβολικού συνδρόμου που χαρακτηρίζεται από συνύπαρξη μεταβολικών διαταραχών που αφορούν την κατανομή του βάρους (εάν είναι γυναικείου ή ανδρικού τύπου), το ύψος του σακχάρου του αίματος, το ύψος των τριγλυκεριδίων του αίματος, το ύψος της HDL, το ύψος της αρτηριακής πίεσης
  • Η ύπαρξη νοσημάτων που οφείλονται σε αθηροσκλήρυνση αγγείων (π.χ. ισχαιμικό αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής, αθηροσκλήρυνση καρωτίδων).

Διατροφή και καρδιά

Τα ευρήματα ολοένα και περισσοτέρων ερευνών έρχονται να επιβεβαιώσουν αυτό που ήξεραν καλά οι παλιοί Κρητικοί που τηρούσαν ευλαβικά την παραδοσιακή μεσογειακή διατροφή, παρουσιάζοντας έτσι εκείνη την εποχή (δεκαετία του ’70) τις πιο ‘γερές’ καρδιές σε όλο τον κόσμο.
Μια διατροφή πλούσια σε φρούτα και λαχανικά, όσπρια’ ψάρια και δημητριακά, αλλά χαμηλή σε κορεσμένα και trans λιπαρά από ζωικά προϊόντα ήταν και είναι το μυστικό της μακροζωίας. Έτσι, το κόκκινο κρέας θα πρέπει να…βρίσκει το δρόμο για το τραπέζι περίπου 1 φορά την εβδομάδα, ενώ θα πρέπει να αποφεύγονται τα τηγανιτά τρόφιμα και τα τυποποιημένα (κρουασάν, πατατάκια κ.λ.π).
Παράλληλα, περιορισμός χρειάζεται στο αλάτι και τα τρόφιμα που ‘κρύβουν’ νάτριο (σάλτσες, παστά, καπνιστά, τουρσί, τυριά κ.α.). Απαραίτητη κρίνεται η πρόσληψη λινελαϊκού, α-λινολενικού και ω-3 λιπαρών οξέων, δηλαδή η κατανάλωση ψαριού δυο φορές την εβδομάδα και χρήση ελαιολάδου και λιναρόσπορου ως κύριο προστιθέμενο λίπος.
Επιθυμητή είναι επίσης η κατανάλωση 2-3 ημερίδων γαλακτοκομικών προϊόντων (γάλα, γιαούρτι) με χαμηλά λιπαρά.
Επιπρόσθετα, αποδεδειγμένα τρόφιμα που ‘δυναμώνουν’ την καρδιά είναι η σόγια, η βρώμη, ο λιναρόσπορος, το τσάι, το κρασί (με μέτρο όπως όλα τα οινοπνευματούχα ποτά), τα σταφύλια, οι ξηροί καρποί και οι μαργαρίνες με φυτοστερόλες.
Ακόμα τα πράσινα φυλλώδη λαχανικά (σπανάκι, λάχανο, μαρούλι, γογγύλια, χόρτα, ρόκα, μπρόκολο κ.α.), η ντομάτα, το κρεμμύδι, το σκόρδο, τα βότανα και άλλα φυτικά τρόφιμα περιέχουν βιταμίνες C και Ε, σελήνιο, φυτοοιστρογόνα, φυλλικό οξύ, φαινολικά συστατικά, λυκοπένιο, καροτενοειδή, πολυφαινόλες, φλαβονοειδή, μονοτερπένια, ινδόλια και άλλα φυτοχημικά συστατικά που ‘θωρακίζουν’ την καρδιά και τα αγγεία.
Για το αλκοόλ πρόσφατα βρέθηκε πως περιορισμένες ποσότητες (1 ποτήρι κόκκινο κρασί, ή 1 ποτήρι νερού μπύρα, ή 1 ποτό πιο ‘βαρύ’ μετρημένο με τη μεζούρα του, δηλαδή όσο 1 σφηνάκι) την ημέρα, είναι ευεργετικά για την καρδιά και τις λειτουργίες της.

Πρόληψη υπέρτασης

Η υπέρταση είναι μια κατάσταση στην οποία η αρτηριακή πίεση είναι αυξημένη. Ένα άτομο θεωρείται υπερτασικό όταν η συστολική του πίεση είναι πάνω από 16 και η διαστολική του πίεση πάνω από 9 1/2. Και το ένα από τα δύο να συμβαίνει, πάλι το άτομο θα χαρακτηρισθεί ως υπερτασικό. Όταν η συστολική πίεση κυμαίνεται στα επίπεδα των 14 με 16 και η διαστολική στα επίπεδα των 8 1/2 – 9 1/2 η πίεση θεωρείται οριακή. Κάτω από αυτά τα επίπεδα η αρτηριακή πίεση είναι φυσιολογική.
Η υπέρταση αποτελεί ένα σημαντικό κίνδυνο για την υγεία. Από την υπέρταση κινδυνεύουν κυρίως η καρδιά, ο εγκέφαλος και τα νεφρά. Η λειτουργία της καρδιάς δυσκολεύεται στα άτομα εκείνα που έχουν υψηλή πίεση, με αποτέλεσμα την κόπωση του ζωτικού αυτού οργάνου, και την εμφάνιση καρδιακής ανεπάρκειας. Επίσης η υψηλή πίεση ευνοεί την εναπόθεση λίπους στα τοιχώματα των στεφανιαίων αγγείων, που αιματώνουν την καρδιά.

Mε εξαίρεση λοιπόν την ηλικία και την κληρονομικότητα, τους υπόλοιπους παράγοντες μπορούμε να τους ελέγξουμε σχετικά εύκολα, και έτσι να προλάβουμε την εμφάνιση της υπέρτασης. Παρ’ όλα όσα νομίζει ο περισσότερος κόσμος, η υπέρταση συνήθως δεν έχει συμπτώματα. Την ανακαλύπτουμε συχνά μετά από μετρήσεις που έγιναν τυχαία. Μερικές φορές πάντως μπορεί να υπάρχουν κάποια συμπτώματα, όπως βούισμα στα αυτιά, πρωινοί πονοκέφαλοι, ζαλάδες κλπ. Συνήθως όμως τέτοια συμπτώματα είναι άσχετα με την υπέρταση και μπορεί να οφείλονται σε άλλους λόγους.
Εχει μεγάλη σημασία λοιπόν να μετράμε τακτικά την πίεση μας ανεξάρτητα από την παρουσία συμπτωμάτων. Μετά την ηλικία των 30 ετών, όλοι πρέπει να μετράμε την πίεση μας τουλάχιστον μία φορά το χρόνο. Η έγκαιρη διάγνωση της υπέρτασης έχει μεγάλη σημασία. Σε περίπτωση που διαπιστώνεται σε ένα άτομο υψηλή αρτηριακή πίεση, έχει μεγάλη σημασία η επαναφορά και διατήρηση της πίεσης στα φυσιολογικά επίπεδα.

Η θεραπεία της υπέρτασης έχει σαν στόχο να φέρει την αρτηριακή πίεση στα φυσιολογικά επίπεδα μειώνοντας έτσι τον κίνδυνο των επιπλοκών. Αυτό γίνεται συνήθως σχετικά εύκολα εάν ακολουθήσουμε την σωστή αγωγή. Ο στόχος μας είναι ο περιορισμός της αρτηριακής πίεσης σε επίπεδα κάτω από 14 για τη συστολική και κάτω από 9 για τη διαστολική. Υπάρχουν δύο τύποι αντιυπερτασικής αγωγής, η φαρμακευτική και η μη φαρμακευτική.
Η μη φαρμακευτική συνίσταται κυρίως σε κατάλληλη δίαιτα η οποία δεν περιλαμβάνει καθόλου αλάτι, στην αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, τη μείωση της κατανάλωσης αλκοόλ και την αύξηση της σωματικής άσκησης. Σε ότι αφορά την φαρμακευτική αγωγή, η επιλογή του κατάλληλου φαρμάκου και της σωστής δοσολογίας πρέπει να γίνεται πάντοτε από το γιατρό.
Η φαρμακευτική αγωγή πρέπει να εφαρμόζεται σταθερά και να μην αλλάζει ή να διακόπτεται χωρίς ιατρική συμβουλή. Τέλος, τα υπερτασικά άτομα θα πρέπει να ελέγχουν τη χοληστερίνη και το σάκχαρο αίματος και να μη καπνίζουν, μια που οι παράγοντες αυτοί επιδεινώνουν σημαντικά τις συνέπειες της υπέρτασης.